ἀμπεχόνην

ἀμπεχόνην
ἀμπεχόνη
fine shawl
fem acc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • υπόδηση — η / ὑπόδησις, ήσεως, ΝΜΑ, και υπόδεση Ν, και ὑπόδεσις, έσεως, ΜΑ [ὑποδέω] 1. το να φορεί κανείς τα υποδήματά του 2. συνεκδ. τα υποδήματα αλλά και καθετί που σχετίζεται με αυτά (α. «προσέχει πολύ την υπόδησή του» β. «είδη υπόδησης» γ. «αὐτός,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”